Romance

Τετάρτη 29 Ιουνίου 2011

Ο αγρός μου (29/06/11)

Μία ημέρα ηλιόλουστη και φωτεινή..
Απάνθησμα των ομορφότερων ημερών..
Απάστράπτουσα σιγαλιά του μικρού κυκλάμινου του αγρού..
Φως εκ φωτός.. γεννά τον έρωτα και την Αγάπη.
και συ..
Ω εσύ..
της χαράς πηγή..
της ημέρας νόημα και της νυχτιάς ελπίδα.
Κάθεσαι στην μέση του αγρού και γύρω σου τα άνθη του κόσμου όλου.
Αναρωτιέσαι, θλίβεσαι, χαίρεσαι, αναπνέεις... Ζεις!
Ο ταξιδιάρης άνεμος που απ' αλλού ξεκίνησε,
παιχνιδίζει ανέμελα στα ξανθά μαλλιά σου.
Κουβαλά εικόνες.. Αρρώματα, έρωτες..
Πολιτισμούς ολάκερους κουβαλά...
Η μοίρα του...
Ω.. τι ευτυχία η μοίρα του!.. που χάιδεψε τα μαλλιά σου!
Κι όλα αυτά τα βλέπω στο μυαλό μου.
Πεντακάθαρα.. γιατί είσαι κι εσύ στον αγρό μου.
Χαλί ροδάνθιστο, σε όλες τις αποχρώσεις του πρασίνου.
..το κελάρισμα του νερού στο ρυάκι που περνά δίπλα σου.
Βάζεις το χέρι σου και πιάνεις τις στρογγυλεμένες από το ρεύμα πέτρες..
Ολόασπρες και γυαλιστερές.
Έφτασαν εκεί παρά την θέλησή τους.
Ήταν η μοίρα τους τέτοια...
Ω.. τι ευτυχία η μοίρα τους! Τις έφερε στα χέρια σου!
Τί ανέκφραστη χαρά! Τι ζωή!...
Κι ένας ουρανός!...
Ω!.. μα τί ουρανός αλήθεια..
καταγάλανος και ανέφελος!
Σπαρμένος με χιλιάδες ταξιδιάρικα λευκά πουλιά!
Και να!
Ένα απ' αυτά ακολούθησε το ένστικτο.. την μοίρα του!
Κατέβηκε ξεμακραίνοντας από τ' άλλα και κάθησε στα πόδια σου!
Ω.. τί ευτυχία η μοίρα του! Το έφερε κοντά σου!
Κι εγώ.. ταξιδευτής στο όνειρο..
Αθεράπευτα ρομαντικός... Σχεδόν αιθεροβατώ!...
Αλάργεψα από τα πολλά λόγια.
Αλάργεψα από τις μεθυστικές κολλακίες των ανόητων!
Αλαργεψα από την ζωή που μου πρόσφεραν οι άλλοι για να ζήσω...
Βρήκα τον εαυτό μου σ' αυτό το νέφαλο του γυρισμού.
Του αιώνιου γυρισμού... Εκεί που ανήκω...
και το μέρος που με περικλύει, βρίσκεται και στο μυαλό μου...
Το περικλύω κι εγώ!
Είναι ο αγρός μου..
Ο αλαργινός αγρός μου..
Η μοίρα μου...
Ω.. τί ευτυχία η μοίρα μου! Αναπνέεις στον αγρό μου!
Με τα κατάξανθα μαλλιά σου ελέυθερα..
Αναπνέεις στον αγρό μου!
Με τα μάτια σου ζωγραφίζεις ό,τι δεις!
Αναπνέεις τον αγρό μου!
Ακόμα και τον ίδιο τον αγρό μου ζωγραφίζεις!
Αναπνέεις τον αγρό μου!
Υπάρχεις!
Κι αλάργεψες κι εσύ...
Σε μονοπάτια επικίδυνα και θολά.
Ταξιδιάρα σαν τον άνεμο, σαν την πέτρα, σαν το πουλί, σαν εμένα..
Η μοίρα σου...
Ω... τί ευτυχία η μοίρα σου! Σ' έφερε στον αγρό μου!
Και στο τελευταίο "αχ" της νύχτας, λίγο πριν την σιγαλιά του Μορφέα,
σ' αυτό τ΄αλαργινό τελευταίο της νύχτας "αχ", ορίζεις την μελωδία!
..την μοίρα του!
Ω.. τί ευτυχία η μοίρα του! Το όρισες εσύ!
Μόνο εσύ..
Από πάντα εσύ...

Τρίτη 28 Ιουνίου 2011

Εσύ (28/6/11)

Τα μαλλιά σου που αναδύουν άρρωμα..
Τα χέρια σου που εκφράζουν την ψυχή σου..
Ο τρόπος που μιλάς..
κι ο τρόπος που κινήσαι..
Το χαμόγελό σου - μια νέα ανατολή..
Το σώμα σου,  γη, νέα ζηλευτή..
Τα δυο σου χείλη.. Τί γεύση να 'χουν..
Ο λαιμός σου - αριστοτεχνικά σμηλεμμένος..
και ρωτάς...
"Τί σου αρέσει αλήθεια;"

Αλλάζω (28/6/11)

Πόσο με Αλλάζεις...
Προχωρώ.. δεν ανακυκλώνομαι.
Με γνωρίζω γνωρίζοντάς σε.
Δεν αναπολώ πια..
Μόνο ελπίζω και ονειρεύομαι.
Δεν πονώ
Δεν φοβάμαι
Δεν κρυώνω όταν είμαι μόνος μου.

Πόσο με Αλλάζεις...
Μια αλλαγή που ήθελα να βιώσω.
Ένας ακατανόητος παλμός που χτυπά..
Μία προσμονή...
Μία πίστη στο Αύριο..
Μία ευγενική Αισιοδοξία..
Ελευθερώνομαι...
Ζω και υπομένω τα πάντα με δύναμη...

Πόσο με Αλλάζεις...
Πόσο με γοητεύεις και με συναρπάζεις!
Είναι φτωχές οι λέξεις όλες!
Πόσο φτωχές αλήθεια..
Πόσο λίγες..
Πόσο μικρές..
Ανόητες και θαμπές κρεμάμενες από μία κλωστή..
Τόσο τρομακτικά μονότονες!

Πόσο με Αλλάζεις...
Πόσο με Αλλάζεις.. να 'ξερες...

Για την Αγάπη (28/6/11)

Η Αγάπη είναι υπομονή
ούτε εγωισμός,
ούτε έλεγχος..
Δεν είναι αγάπη η Αγάπη.
Με το "Α" γίνεσαι διπλός...
πονάς με τον πόνο,
χαίρεσαι με την χαρά
λυπάσαι με την λύπη
ελπίζεις με την ελπίδα...
Με το "Α" έχεις τέσσερα μάτια
                          τέσσερα χέρια
                          τέσσερα πόδια
                          Δυο καρδιές...
Με το "Α" παύει το "εγώ"..
Αρχίζει το "εμείς"..
Η Αγάπη θέλει θάρος,
για να πεις το Αγαπάω και όχι αγαπώ.
Με το "Α" ζεις.
Με το "α" αργοπεθαίνεις..
Η Αγάπη δεν είναι έρωτας.
Είναι αναπνοή διπλή..
Είναι ζωή διπλή - ολοκληρωμένη.
Δεν γεννά ο έρωτας την Αγάπη..
Ο χρόνος την γεννά..
Με το "Α" είναι δέρμα από το δέρμα σου..
Είναι μυαλό μεσ' στο μυαλό σου..
Με το "Α" είναι η ζωή η ίδια.
Δεν έχουμε την αγάπη ανάγκη...
Έχουμε αυτό το "Α" της.
                                 της Αισιοδοξίας
                                 της Αλήθειας
                                 της Ανάγκης...
Δεν είναι αγάπη η Αγάπη.
Το "Α" τρέφεται με την πλήρωση..
όχι με τον φόβο..
όχι με τον εγωισμό..
όχι με το "πρέπει"...
Με το "Α" είσαι Άνθρωπος και όχι απλά άνθρωπος.
Αγάπα την Αγάπη!
Ζήτησέ την!
Ποτέ δεν αργεί...

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011

ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΩ (23/03/09)

Σε περιμένω.
Κουράστηκα την υπομονή μου να τρέφω.
Θέλω να ζητήσω απ' την ζωή να μου χαρίσει κάτι να θυμάμαι.

Κάτι από εσένα
Κάτι από την αναπνοή σου
-Πόσο σε θέλω να 'ξερες μόνο-
Κάτι απ' την φωτιά που καίει στα μάτια σου
...ή στην καρδιά μου;..
Να συμπληρώσω σιγά - σιγά τον καμβά της ζωής μου..
και θα 'σαι μέσα.
Αν ακόμη δεν είσαι το κύριο θέμα,
κάπου,
μια γωνιά θα είναι η δική σου στιγμή στην ζωή μου.
Με τα πιο όμορφα χρώματα.
Πλαισιωμένη από τους μονάκριβους στίχους,
των ποιητών που έφυγαν,
για να γίνουν άστρα εκεί ψηλά.
Να απορροφάς όλο το χρώμα από γύρω
και να το συμπυκνώνεις στα μάτια σου.
Αυτά τα μάτια..
Αυτά τα ίδια μάτια που έχουν όλες οι γυναίκες που αγαπήθηκαν αληθηνά.
Και μια θάλασσα.
Αρμυρή, σκούρα μπλέ, κι ανταριασμένη,
να στέλνει τον αφρό της στα χείλη σου.
Τα δύο χείλη.. που όταν ανοίγουν..
Ταξίδι..

Ταξίδι ατέλειωτο σε κόσμους μακρινούς
και συνάμα τόσο κοντινούς, ωστε να 'ναι άπιαστοι.
Κι αν μ' ένα τραγούδι συμπλήρωνα την εικόνα σου,
Θα έψαχνα και θα χανόμουν να βρω, υην μελωδία την Μία
Εκείνη που έψαλαν κάποτε οι άγγελοι,
όταν ακόμα υπήρχαν στα όνειρα των ανθρώπων...

Σε περιμένω.
Σαν τον Δεκέμβρη που έχασα μισή ζωή.
Σαν την βροχή που περιμένει το ξερό χώμα
Σαν τον σπόρο που περιμένει υπομονετικά.
Καλοκαίρια..Χειμώνες..
Ο κύκλος των εποχών.
Ο ατέρμων
Αέναος! Αμείλικτος!
Που δεν ρωτά
Δεν νοιώθει
Δεν φοβάται
Σε διδάσκει.. σαν να ήσουν το παραμελημένο παιδί του.

Σαν να ήσουν το ακατέργαστο διαμάντι,
που το έσπασε και το τρόχισε αντί να το φυλάξει
Για κάθε λόγο και για οποιαδήποτε αιτία,
χωρίς αφορμή να σε σκοτώνει.
Ξανά και ξανά απ' την αρχή.
Και συ να δέχεσαι να πεθαίνεις ξανά και ξανά με την σειρά σου!

Μ' αυτό το σφραγισμένο παράπονο στα χείλη.
Μ' αυτόν τον σκληρό και πικρό κόμπο στον λαιμό
που σου στεγνώνει κάθε δάκρυ, πριν καν κυλήσει
από τα μάτια της ψυχής.
Με την νικοτίνη στους πνεύμονες,
να σ' ευχαριστεί τόσο ύπουλα,
και τόσο αήθηνά τίμια..

Και συ να ψάχνεις την αλήθεια της.
Για πάντα!

Σε περιμένω.
Νυστάζω και κρυώνω.
Φτιάχνω άλλον ένα καφέ.
Ανάβω το επόμενο τσιγάρο.
Βγαίνω πάλι έξω να με βρω.
Και δεν είμαι πουθενά αν δε σε δω.
Αν δεν περάσω από το σπίτι σου.
Αν δε σε νοιώσω κοντά μου.
Αν δε φοβάμαι να σ' αγαπήσω.
Αν δε φοβάμαι να πολεμήσω.
Να σε κερδίσω.
Να σου χαρίσω.
Να σ' αναστήσω..
Ν' αναστηθώ!
Μ' ακούς;

Σε περιμένω.
Ακόμα κι αν είναι για να μου πεις οτι φεύγεις.
Δεν ξέρω το γιατί.

Σε περιμένω.
Τα δάκτυλά σου πάιζουν με τα μαλλιά σου.
Το χαμόγελό σου..
Το ύφος σου όταν ανακαλύπτεις ξανά μία χαμένη αλήθεια...
Που τόσο όμως γνώριζες μέσα σου..
και σ' ανακαλύπτω από την αρχή.
Σαν ποίημα του μεγάλου Αλεξανδρινού που αποχαιρετά..
Σαν τον κόσμο που γνώρισε την φωτιά..
και σαν τον Προμηθέα που την έδωσε απλόχερα με κόστος την ζωή του.

Σε περιμένω.
Σαν τρένο παλιό κι αργό, που τόσο σε ζάλζε και σε κούραζε,
αλλά σε πήγαινε πάντα σε μέρη που αγαπούσες.
Σε επέστρεφε διαρκώς χωρίς παράπονο εκεί πόυ ανήκες.

Και ήξερε.
Ήξερε πως το τέλος δεν θα αργήσει να 'ρθει.
Τότε που όλοι θα είμαστε μόνοι.
Για το μοναδικό ταξίδι.
Αντικρίζοντας το άγνωστο με προσμονή, απόγνωση, ελπίδα...
Θα σε βρω;

Σε περιμένω.
Μην φοβάσαι.
Κάνει κρύο για να είσαι μόνη σου.
Μην αργεις άλλο
ξημερώνει μία ακόμη ημέρα χωρίς εσένα...
Ακούς;

Σε περιμένω...

ΣΟΝΕΤΟ 2 - ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΣΟΥ (24/03/09)

Στιγμές μικρού θανάτου είναι η σκέψη σου
που μου αρπάζουν την καρδιά
σαν δυο μικρά παιδιά
που κρέμονται απ' τα χείλη για μια λέξη σου

Αυτές οι λίγες λέξεις, θαρρώ πως είν' η τέρψη σου
σα του ναυαγού - καυτή αμμουδιά
ενός νομάδα όαση - σαν χουρμαδια
στιγμές μικρού θανάτου είν' η σκέψη σου

Κι εγώ, αν σ' αγαπώ, δεν είναι η ματιά σου
μήτε τα βράδια τα ατέλειωτα που πίνω στην υγειά σου
ούτε ειν' εκείνο το χαμόγελο που σκάει απ' τα χείλη

Μόν' είν' η ύπαρξη και η γητειά σου
είναι το φέγγος της αυγής επάνω στην θωριά σου
είναι μονάχα απ' τ' αμπέλι σου, το ζουμερό σταφύλι.

ΣΟΝΕΤΟ 1 - Ο ΜΑΡΤΗΣ (06/04/09)

Ένας Μάρτης κέδρινος, ηλιόλουστος και φωτεινός
του έρωτα ακόλουθος πιστός
απ' την αρχή ως το τέλος σκαλιστός
στο κεχριμπάρι της ψυχής τον έκλεισα, να 'χει πάντα φως

Έσταζε η βροχή στο χώμα κι άνθιζε λωτός
απάνεμης σιωπής βουβός
ήχος, της καρδιάς παλμός
του έρωτα τυμπανιστής, της λισμονιάς εχθρός

Για πάντα θα 'σαι ο Μάρτης στης καρδιάς τα φύλλα,
το κλαδί της μυγδαλιάς, τα κόκκινα τα μήλα
πουλί της άνοιξης, φωτιάς σταγόνα

Σαν γεύση θάλασσας - καυτής αρμύρας
χελιδονιού φωλιά - απάντημα της μοίρας
Σφίγγα ανέκφραστη, παραμυθιού γοργόνα.

ΣΤΙΓΜΕΣ (12/04/09)

Οι στιγμές που όρισαν οι μοίρες για να ζήσεις,
ήτανε άδειες, πέτρινες, σαν το μαχαίρι κοφτερές..
ανέμελες μόνο οι ώρες ήταν, που έμειναν στο χθες,
λίθοι νεκροί, που άνθισαν, και πάνω τους θα χτίσεις ζωή..
σαν π' ονειρεύτηκες τα βράδια του Αυγούστου.
Τότες που αρμύρα γέμιζε τα χείλη σου
της θάλασσας ο αφρός..
Που στα δυο της μάτια καθρεπτίζονταν
ο κόσμος σου.. διπλός..
και συ θωρούσες τ' άπειρο.. μικρός
όσο ένας κόκκος άμμου, χρυσαφένιας και καυτής,
σε παραλία Αυγούστου...
Και με της άνοιξης τον οργασμό,
λουλούδια την στολίζεις, λευκά, χρυσά, αέρινα,
στα καστανά μαλλιά της.. όταν τα δάκρυα, κέρινα,
μοιάζουν μ' αγιασμό..
...οι στιγμές που όρισαν οι μοίρες... αέρας!

Σάββατο 18 Ιουνίου 2011

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

Περιγραφή σε Δεκαπεντασύλλαβο (09/06/2011)

Ρωτάν οι φίλοι να τους πω, πώς άραγε να είσαι..
Μα τί να πω.. δέν είμαι εγώ κατάλληλος για τούτο!
Δέν είμαι ούτε ποιητής, ζωγράφος, συγγραφέας
Για να σου φτιάξω ποιήματα, καμβάδες, ιστορίες...
Πώς θα μπορούσα άραγε να σε περιορίσω..
Δεν βρίσκω λέξεις και μπογιές, σενάριο δεν βρίσκω.
Μ' άν είχα δύναμη κρυφή, για να σε περιγράψω,
Μια θάλασσα θα έδειχνα.. Πως είναι όμοιά σου.
Ανταριασμένη ή ήρεμη, μα ποθητή ανάσα!
Ποιός είδε θάλασσα αρμυρή, στο βλέμμα το δικό σου;
Ποιός θα 'παιρνε όστρακα λαμπρά απ' το βαθύ το κύμα
Για να στολήσει μια αμμουδιά, τα χρυσαφή μαλλιά σου!
Ποιός θα μπορούσε να ποθεί, λίγη από σε αρμύρα..
Δεν θέλω την αρμύρα σου! Δεν την ποθώ! Δεν φτάνει!
Θέλω πλημμύρα να γενείς και να με παρασύρεις!
Στ' άφωτα βάθη σου να μπω, να κόψω ένα λουλούδι
Και εκεί που δεν κοιτά κανείς, κι ο λογισμός δεν φτάνει,
Χρυσό παλάτι θα εγερθεί, για να σου το χαρίσω.
Όμως, τί κρίμα κι άδικο! Να μήν κρυφτείς για πάντα!
Όσο όμορφο, όσο τρανό, όσο χρυσό κι αν είναι.
Άστο εκεί, μα γνώριζε, πως δώρο είν' δικό σου.
Χτύπα με τρίαινα βαριά, να ανταριάσεις κύμα,
Για να με πάρει μακρυά, σ'όλες τις ομορφιές σου.
Και το λουλούδι του βυθού, που έκοψα για σένα,
Πάρ' το και φυλλομέτρησε, για να σου πει πού θα 'μαι.
Ύστερα έλα να με βρεις, όπου κι αν ναυαγήσω..
Θα 'ναι ολόχρυση αμμουδιά, καυτή, παραδεισένια.
Ένα νησί τόσο μικρό, τόσο έρημο και ξένο!
Μα θα 'ναι όλο κτήμα μου και γύρω του εσύ..
Θάλασσα όμοια, βαθυά, πλανεύτρα συ Κυρά μου!
Ω! Μα τί να πώ.. ν' αποκριθώ, στους φίλους που ρωτάνε;
Άν όλα αυτά διηγηθώ και τα εξιστορήσω,
"Τρελός κι ανόητος" θα πουν.. και θα γελάν μαζί μου.
Ανόητοι! Κοντόφθαλμοι! Δεν δύνασθε να δείτε
Την θάλασσα που κρύβεται μέσα σε μια γυναίκα!
Αλίμονο! Μόνο φωτιά; Μόνο κορμί και πάθος;
Σφυριλατήστε την καρδιά, ακούστε αυτά τα λόγια,
Μήν φοβηθείτε ν' αντικρίσετε γυμνό τον εαυτό σας...
Δείτε και κρίνετε αν αυτό, είναι σωστό κι ωραίο.
Ονειροπόλος έγινα για να σας εξηγήσω!
Μα κι αν σας το εξήγησα, πάλι θα νοιώθω μόνος...
Ταξιδευτής στις θάλασσες που βλέπω στην ματιά της!
Θαλασσινή ανάσα μου, συγχώρα με Κυρά μου!
Πάλι αποτραβήχτηκα σε στεριανά λιμέρια!
Αν δεν σου φτάνει ναυαγό να μ' έχεις στα νερά σου,
Άνεμος άσε να γενώ, να μ' έχεις συντροφιά σου!
Να κουβαλώ το άρωμα, της αρμυρής σου φύσης
Να το σκορπίσω ολόγυρα, μήπως με καταλάβουν!
Να αγκαλιάσω υδρατμούς που καιν' στην μοναξιά σου,
Κρασί της θλίψης σου να πιω και να το χύσω χάμω..
Για να φυτρώσει ο έρωτας σαν να 'ταν αρμυρίκι
Και στα ριζά του σαν θα σπας κι όλο θα το θεριέυεις
Να βρω γαλήνη στα πυκνά κι όμορφα κλαδιά του.
Σαν άνεμος να το φυσώ, να πίνει το νερό σου,
Σκυμένο με τα κλώνια του στον αναστεναγμό σου!
Και σαν τα είπα τώρα αυτά, άκου και τα στερνά μου.
Πάρε ανθρώπινη μορφή, θαλασσινή Κυρά μου,
Φόρα τον ήλιο στα μαλλιά, τον ουρανό στα μάτια,
Κι άκουσε λόγο ερωτικό, που λέει ένας άνδρας..
"Απ' τα λιμέρια της καρδιάς, χρυσό θα ρίξω δίχτυ!
Για να σ' αδράξει μια στιγμή, μέσα στο μεσονύχτι..
Να μου φωτίσεις τα όνειρα με τα ξανθά μαλλιά σου,
Κι ας μην έρθει η αυγή και πάρει τ' άρωμά σου!
Άν είν' τα χείλη σου πηγή, της λήθης το νερό σου,
Δώσε μου απλόχερα να πιω, να μπω μεσ' στ' όνειρό σου!
Για της ψυχής σου τα κρυφά ψάχνω, να βρω τα κλώνια,
Να τα μπολιάσω μ' έρωτα να ζήσουνε αιώνια..
Πέρασα πόλεις και βουνά, βλέποντας την μορφή σου...
Άνοιγε αλάργα ο ουρανός, με την ανάμνησή σου!
Τα μακρινά, τ' ατέλειωτα, κι όλα τ' ονειρεμένα,
Τα στέλνω μ' άνεμο γλυκό, να φτάσουν ως τα σένα.
Και μια στιγμή πριν κοιμηθείς, την σιγαλιά αφουγγράσου,
ένα τραγούδι αλλωτινό με φέρνει πιο κοντά σου!"
Και τώρα που τελείωσε και ο στερνός ο λόγος,
Γίνε ξανά η θάλασσα και γύρισε τον κόσμο.
Αλλού τραγούδι δεν θα βρεις, που να μιλά για 'σένα..
Με λόγια τόσο αληθινά και όμορφα πλεγμένα...
Κι αν κουραστείς, στον γυρισμό, στείλε μου ένα κύμα
Να καβαλήσω να βρεθώ και πάλι πιο κοντά σου!
Γιατί είν' ο δρόμος ο μακρύς, της Αρετής ο δρόμος,
Που στην Ιθάκη οδηγεί με βάσανα και πόνο!
Να τον διαβείς. Μην φοβηθείς. Ποτέ δεν θα 'σαι μόνη..
Ούτε στον ήλιο τον καυτό, ούτε στο άσπρο χιόνι.
Σιμά σου, θα 'χεις μια αγκαλιά, ολάνθιστη δική σου,
Κι όλο με λόγια ερωτικά τον πόνο θα ημερεύει..
Με δεκαπεντασύλλαβο λόγο θα σε κοιμίζει.
Κι ούτε στιγμή μην φοβηθείς, τα μάτια σου να κλείσεις..
Με την δικιά μου την ματιά θα δεις και θα μεθύσεις,
Πώς είναι να 'σαι θάλασσα, ευωδιαστή αρμύρα!
Μην σε τρομάξει τ' όνειρο που μοιάζει με αλήθεια..
Μην σε ξυπνήσει ο στεναγμός που βγαίνει απ' τα στήθια..
Είναι μονάχα έρωτας, όπως δεν έχεις ζήσει...


Ελπίζω (17/08/2007)

Ξανά μαζί ανταμώσαμε στο γνώριμο το στέκι..
φωνές ανθρώπων λιγοστές, απόμακρες κραυγές..
-σιωπή- που βγαίνει απ' την καρδιά
και στο ποτήρι μπαίνει.
Θα 'ταν ίσως Αύγουστος..
ο χρόνος που μας μένει, από νωρίς τελείωσε..
με τ' αύριο σαλπάρει.
Ρωτάς ξανά απ' την αρχή, αυτό που θα μας βγάλει..
φοβάμαι κι ίσως εύχομαι, αρχή να 'ναι το τέλος.
Ρωτάς και σ' απαντώ, κοιτάς και σ' αγαπώ..
όπως κι ο τυφλός, έτσι κι εγώ, το νοιώθω στην καρδιά μου.
Ξαναχτυπάω...
δεν ακούς; Το βράδυ θα τελειώσει όπου να 'ναι.
Άνοιξέ μου, τα μάτια να στεγνώσω απ' τους καημούς..
κι ας είναι σαν μαντήλι να με πετάξεις στους γνωστούς,
μα τόσο ξένους φίλους.
Θές μία αλήθεια; ...Ελπίζω.

Ελπίζω στην ζωή που θα 'θελε βα ζήσω ένα πουλί,
σαν κι αυτό απ' έξω από το τζάμι..
κι όλο μου λέει να πετώ μακρυά
χωρίς τον χρόνο μου να χάνω σ' αόρατα σπαθιά..
που πολεμώ και χάνω...
Έπεσε χιόνι απόψε.. προσπαθεί την φτερούγα του να βγάλει από την παγωνιά..
κι ας είναι καλοκαίρι στην καρδιά.
Κει πάνω, είναι μακρυά, φοβάμαι να μην λιώσω τα δυο μου τα φτερά...
-Ένας ξέγνοιαστος περίπατος με τσιγάρο στο χέρι.
-Φοβάσαι να δεις το αύριο;
"Δεν φοβάμαι" λες..
"..τρομάζω στην ιδέα της φυγής..."
-Νωρίς ξημέρωσε πάλι.. και η ψυχή μου μόνη της κοιμάται...
Μα το πουλί το νίκησε της ψυχής η σκιά..
..Κι ακόμη Ελπίζω...


Έχεις ψυχή να βγάλεις, με πνοή αν αγαπήσεις;
Λες ένα "άσε με" χωρίς να με κοιτάς...
..γερνάς..
Γνωρίζω ανθρώπους κάμποσους, μα γνώση δεν γνωρίζω.
Αποκλεισμένη είναι αυτή.. ή εγω;
Ρωτώ..
-Το παλεύεις;
Τα μάτια σου σαν δυο μικρά σμαράγδια αστράφτουν..
Απαντάς..
-'Οχι
Γλυκιά η αίσθηση της επαφής με σάρκα απ' την δικιά σου...
Τί κι αν το πνεύμα μου διψά για να πετάξει..
-Σε θέλω...
-Μα είναι αργά... κοντεύει να χαράξει.. θ' αντέξεις μέχρι αύριο;
-...θ' αντέξω... γιατί ...Ελπίζω...

Απάνεμο ακρογιάλι αν δε βρεις λιμάνι να μην πιάσεις.
Αφού εξ αρχής το ήξερες πως έφευγες μακρυά...
-Τώρα πού πας; ...Μα πώς γυρνάς; και στίχους πώς μου γράφεις;
Πως μ' αγαπάς τ' αρνήθηκες φορώντας την σιωπή,
σαν σε ρωτήσαν ξαφνηκά, για τ' όνομά μου...
Άσε για λίγο μια ανάσα
..τις θύμισες να φέρει στην ψυχή.. από στιγμές που πέρασαν.
Γνωρίζεις το ατσάλι;
Ψυχρή, υγρή κι απρόσωπη είν' η βροχή απόψε.
-Θα με θυμάσαι αν χαθω;
-...
-Ακόμη και με την μεγαλύτερη ήττα από 'σένα
θα θυμάμαι την γλύκα της φωνής σου.
Σα ρόδο, που το τύλιξε ο Σταυρός
και σαν λωτός, σαν ούριος άνεμος απαλός,
σαν χάδι και σαν λιοπύρι ζωντανός, παλεύω με το τώρα...
-Είναι κανείς;... Τρομάζω στο σκοτάδι...
...μα Ελπίζω...